-Ποιος κυβερνά αυτόν τον κόσμο;
-Ο απαίδευτος νους.
-Ο απαίδευτος νους; Είναι ο πλούσιος; Είναι ο αμόρφωτος; Είναι ο..;
-Είναι ο απαίδευτος νους.
-Τι εννοείς; Τι σημαίνει αυτό;
Ο απαίδευτος νους άγεται και φέρεται. Γίνεται έρμαιο της συγκυρίας. Γίνεται αυτό που συμβαίνει- και τίποτα άλλο.
Ο απαίδευτος νους προσκολλάται πάντοτε στον εκάστοτε Δυνατό. Είναι μια αυτόματη, αντανακλαστική κίνηση. Ο απαίδευτος νους δέχεται τη δωροδοκία, την εύνοια, την υπεροπτική ανοχή του Δυνατού. Μια δουλειά, λίγα χρήματα, ένα αντάλλαγμα. Θα δεχτεί να βελτιώσει πρόσκαιρα τη θέση του και θα επιτρέψει στον βασιλιά, τον κυβερνήτη, τον πρωθυπουργό να συντηρήσει το εκάστοτε διεφθαρμένο καθεστώς του. Ο απαίδευτος νους επιτρέπει την αθλιότητα, όσο εκείνη λειτουργεί υπέρ του. Με τον καιρό θα καμαρώσει κρυφά τη δύναμη της Εξουσίας και τη βαρβαρότητα που την συντηρεί. Όταν ο Δυνατός δεν έχει πια τα μέσα- το χρήμα και την επιρροή- για να τον κρατήσει πιστό, τότε αμέσως στρέφεται στον επόμενο Δυνατό. Σβήνει ξαφνικά με απαξία τη συμμετοχή και την ανοχή του στο θλιβερό παρελθόν. Γίνεται με θρασύτητα ο πιο σκληρός πολέμιος του παλαιού κι ο πιο πιστά οργισμένος ακόλουθος του καινούριου Δυνατού. Και παράλληλα με αυτόν τον φαύλο κύκλο της εξουσίας και τα σερνόμενα πλήθη του, ο απαίδευτος νους πάντοτε εντοπίζει τον αδύναμο.
Ο απαίδευτος νους συντρίβει τον αδύναμο. Ο πλούσιος τον φτωχό. Ο φτωχός τον ακόμα πιο φτωχό. Ο πιο φτωχός τον παρία. Ο παρίας τον ανέγγιχτο («the untouchables», η έσχατη κάστα στην Ινδία). Συχνά οι εξαθλιωμένοι γίνονται ακόμα πιο σκληροί απ’ τους βασανιστές τους – έτσι η Αδικία διαιωνίζεται.
Ο απαίδευτος νους πιστεύει. Ο θεός του είναι η Ισχύς. Αυτή είναι η ιερή του δύναμη. Μόνο αυτή μπορεί να αντιληφθεί. Μπορεί να περιφέρει λεκτικά έννοιες όπως η Αγάπη και η Ελευθερία, να τις περιγράφει, να τις κορνιζάρει με μεγάλα γράμματα, αλλά ποτέ δεν τις ενσωματώνει χωρίς αντάλλαγμα στη μικρή ζωή του. Μόνο μέσα στην επιφάνεια του συγκριτικού βαθμού βρίσκει νόημα. «Είμαι πιο καλός. Ο θεός μου είναι πιο καλός. Είμαι ανώτερος».
Ο απαίδευτος νους δεν ξαγρυπνά τις νύχτες. «Πώς έζησα σήμερα; Τι έκανα; Τι δεν έκανα;» «Μήπως αδίκησα κάποιον; Μήπως τον πόνεσα;». Δεν αναρωτιέται. Γιατί ο απαίδευτος νους είναι πάντοτε αδικημένος. Θιγμένος. Κι ,επομένως, πάντοτε δικαιολογημένος. Αυτός είναι ο αγαπημένος του ρόλος.
Ο απαίδευτος νους δηλώνει απερίφραστα και μεγαλόφωνα την ύπαρξη του. Είναι η παράλογη προβολή του πλούτου του, είναι η μίζερη προβολή της ατυχίας του, είναι η αλαζονική προβολή της τιμιότητάς του, της ηθικής του ανωτερότητας.